Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

καὶ ἀνέστιος

См. также в других словарях:

  • Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… …   Dictionary of Greek

  • Ατσίγγανος — ο θηλ. άνα και Τσιγγάνος, ο θηλ. άνα και Γύφτος, ο θηλ. ισσα και Κατσίβελος, ο θηλ. έλα νομαδικό φύλο· ως προσηγορ., ανέστιος, ευτελής: Είχαν βαρεθεί να ζουν πότε εδώ και πότε εκεί σαν Ατσίγγανοι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αΐδρυτος — ἀίδρυτος και ἀνίδρυτος, ον (Α) 1. αυτός που δεν έχει μόνιμη κατοικία, περιπλανώμενος, άνεστιος 2. ασταθής, μεταβαλλόμενος, άστατος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀ(ν) στερητ. + ἱδρύω] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»